ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 21 Νοεμβρίου 2015

Δωρεάν παιδικά βιβλία PDF

Δωρεάν παιδικά βιβλία PDF


Δωρεάν παιδικά βιβλία PDF

Ήξερες πως υπάρχουν στο ίντερνετ

δωρεάν παιδικά βιβλία σε PDF

μορφή; Πως μπορείς να τα διαβάσεις κατευθείαν από τον υπολογιστή σου ή να τα εκτυπώσεις;
Ευτυχώς για όλους εμάς, υπάρχουν πολλά! Και μάλιστα είναι πανέμορφα εικονογραφημένα όπως τα παιδικά βιβλία των βιβλιοποωλείων, δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα!
Το Click-me.gr προβάλλει τη σπουδαία δουλειά που έχουν κάνει οι παιδικοί συγγραφείς που συνεργάζονται με τις Εκδόσεις Σαϊτα, θέλοντας να βοηθήσει και εσένα να ανακαλύψεις όλα αυτά τα διαμάντια της παιδικής λογοτεχνίας που διατίθενται εντελώς δωρεάν!

Τα οφέλη που αποκομίζει το παιδί διαβάζοντας ή ακούγοντας (αν δε μπορεί το ίδιο να διαβάσει) ένα παιδικό βιβλίο ή παραμύθι, είναι πολλαπλά.  Τα παιδικά βιβλία κεντρίζουν το ενδιαφέρον των παιδιών, εξάπτουν τη φαντασία τους, είναι διδακτικά και έχουν συχνά συμβουλευτικό χαρακτήρα. Επίσης, κάθε σωστό παιδικό βιβλίο έχει την απαραίτητη εικονογράφηση, καθώς τα παιδιά που δε μπορούν να διαβάσουν θα πρέπει να καταλάβουν τι λέει το βιβλίο μέσω των εικόνων.

Καλη ανάγνωση με το ή τα ζουζουνάκια σου!!!

Δες εδώ όλα τα δωρεάν παιδικά βιβλία σε PDF

Κυριακή 22 Μαρτίου 2015

«Θέλω να πάρεις το καλάθι και να πας στο ποτάμι να μου φέρεις νερό»


Ζούσε κάποτε, σ’ ένα χωριό μία χήρα πολύ φτωχιά με το μοναχογιό της. Για να μεγαλώσει το παιδί της ξενοδούλευε κι επειδή έβαλε σ’ αυτό όλο το μεράκι της,άπ’ τον καημό της αποφάσισε να το σπουδάσει. Πήγε λοιπόν κι έπεσε στα γόνατα μπροστά στην Παναγία κι έλεγε: «Παναγία μου αξίωσέ με εμένα την αμαρτωλή να σπουδάσω το μοναχογιό μου». Έτσι με χίλιες στερήσεις και προσευχές κατάφερε η φτωχή χήρα να σπουδάσει το γιό της γιατρό.
Κάποια μέρα, με το δίπλωμα στην τσάντα ξεκίνησε ο γιατρός να επισκεφτεί τη μάνα του,που είχε πιά γεράσει, για να την ευχαριστήσει. Η μάνα τον υποδέχτηκε με πολλή χαρά και με βαθιά ευγνωμοσύνη στην Παναγία, που την αξίωσε να πραγματοποιήσει το όνειρο της ζωής της.
Την άλλη μέρα, Κυριακή, πηγαίνει και ξυπνάει το γιό της και του λέει: «Σήκω, γιέ μου, να πάμε να ευχαριστήσουμε την Παναγία για την προκοπή σου. Ο γιατρός όμως της αρνήθηκε να πάει στην εκκλησία, γιατί δεν πίστευε, όπως είπε, στα λόγια της και τα θεωρεί ξεπερασμένα

Η μάνα φαρμακώθηκε, δεν είπε τίποτε, μόνο πήγε μονάχη της κι έκλαψε μπροστά στην εικόνα της Μεγαλόχαρης με ευχαριστία αλλά και πόνο. Όταν γύρισε στο σπίτι, ο γιός της, ο γιατρός, τη ρώτησε: «Ε μάνα, τι κατάλαβες απ’ τα λόγια της εκκλησίας, εσύ, αγράμματη γυναίκα;» Η χήρα δεν απάντησε, μόνο έπιασε ένα καλάθι από την αποθήκη και του λέει: «Γιε μου, το πρωί δεν με άκουσες να ‘ρθείς μαζί μου στην εκκλησία. Συγχωρεμένος να είσαι. Τώρα όμως θέλω να μου κάνεις μία άλλη χάρη και μη μου την αρνηθείς. Θέλω να πάρεις το καλάθι και να πας στο ποτάμι να μου φέρεις νερό. «Μα με το καλάθι να σου φέρω νερό, μάνα; Τόσο τα χεις χαμένα»;Λέει εκείνος. «Πήγαινε εσύ για το χατίρι μου, του απαντάει εκείνη, κι ο,τι θέλει ας γίνει».
Παραξενεμένος ο γιατρός, πηγαίνει στο ποτάμι, βουτάει μέσα το καλάθι, το βγάζει και γυρίζει στο σπίτι με το καλάθι άδειο. «Να, μάνα το καλάθι σου, όπως μου το ‘δωσες. Σου την έκανα την χάρη. Βλέπεις εσύ να έχει νερό μέσα;», λέει ο γιατρός.«Ευχαριστώ, γιέ μου, που μ’ άκουσες. Βλέπεις όμως εσύ το καλάθι όπως σου το’δωσα»; Απαντάει η μάνα. «Έ ναί, μόνο που είναι βρεγμένο». «Βλέπεις λοιπόν, γιέ μου, ότι δεν είναι το ίδιο, όπως σου το ‘δωσα; Το πήρες στεγνό, κατάξερο και μου το ‘φερες μουσκεμένο. Έτσι κι εγώ πηγαίνω αγράμματη στην εκκλησία, δεν φέρνω τη σοφία της, αλλά είμαι δροσισμένη άπ’ τη χάρη της και αυτό με συντηρεί τόσα χρόνια και κατάφερα με τη χάρη Της να σε σπουδάσω.
Τότε κατάλαβε ο γιατρός, ότι ο Θεός «εμώρανε την σοφία του κόσμου τούτου… και τα μωρά του κόσμου εξελέξατο…» κι έβαλε μετάνοια στη μάνα του και πήγαν ύστερα μαζί στην εκκλησία κι ευχαρίστησαν την Παναγία.

μακαριστού Οικονόμου π. Ευέλθωντος Χαραλάμπους
iPaideia iPaideia Εκπαιδευτικά Portals Ειδήσεις Απασχόληση Κατάρτιση Σύλλογοι Εκπαιδ/κών Σχολικό Δίκτυο Α΄ βάθμια Β΄ βάθμια Γ΄ βάθμια Ξένες Γλώσσες Παιδί Πολιτισμός Οδηγός Εκπ/κού Απίστευτη Διδακτική ιστορία ! Ο γιατρός γιός και η "αμόρφωτη μάνα" !! 🕔13/01/2015 19:29 Ζούσε κάποτε, σ’ ένα χωριό μία χήρα πολύ φτωχιά με το μοναχογιό της. Για να μεγαλώσει το παιδί της ξενοδούλευε κι επειδή έβαλε σ’ αυτό όλο το μεράκι της,άπ’ τον καημό της αποφάσισε να το σπουδάσει. Πήγε λοιπόν κι έπεσε στα γόνατα μπροστά στην Παναγία κι έλεγε: «Παναγία μου αξίωσέ με εμένα την αμαρτωλή να σπουδάσω το μοναχογιό μου». Έτσι με χίλιες στερήσεις και προσευχές κατάφερε η φτωχή χήρα να σπουδάσει το γιό της γιατρό. Κάποια μέρα, με το δίπλωμα στην τσάντα ξεκίνησε ο γιατρός να επισκεφτεί τη μάνα του,που είχε πιά γεράσει, για να την ευχαριστήσει. Η μάνα τον υποδέχτηκε με πολλή χαρά και με βαθιά ευγνωμοσύνη στην Παναγία, που την αξίωσε να πραγματοποιήσει το όνειρο της ζωής της. Την άλλη μέρα, Κυριακή, πηγαίνει και ξυπνάει το γιό της και του λέει: «Σήκω, γιέ μου, να πάμε να ευχαριστήσουμε την Παναγία για την προκοπή σου. Ο γιατρός όμως της αρνήθηκε να πάει στην εκκλησία, γιατί δεν πίστευε, όπως είπε, στα λόγια της και τα θεωρεί ξεπερασμένα. Η μάνα φαρμακώθηκε, δεν είπε τίποτε, μόνο πήγε μονάχη της κι έκλαψε μπροστά στην εικόνα της Μεγαλόχαρης με ευχαριστία αλλά και πόνο. Όταν γύρισε στο σπίτι, ο γιός της, ο γιατρός, τη ρώτησε: «Ε μάνα, τι κατάλαβες απ’ τα λόγια της εκκλησίας, εσύ, αγράμματη γυναίκα;» Η χήρα δεν απάντησε, μόνο έπιασε ένα καλάθι από την αποθήκη και του λέει: «Γιε μου, το πρωί δεν με άκουσες να ‘ρθείς μαζί μου στην εκκλησία. Συγχωρεμένος να είσαι. Τώρα όμως θέλω να μου κάνεις μία άλλη χάρη και μη μου την αρνηθείς. Θέλω να πάρεις το καλάθι και να πας στο ποτάμι να μου φέρεις νερό. «Μα με το καλάθι να σου φέρω νερό, μάνα; Τόσο τα χεις χαμένα»;Λέει εκείνος. «Πήγαινε εσύ για το χατίρι μου, του απαντάει εκείνη, κι ο,τι θέλει ας γίνει». Παραξενεμένος ο γιατρός, πηγαίνει στο ποτάμι, βουτάει μέσα το καλάθι, το βγάζει και γυρίζει στο σπίτι με το καλάθι άδειο. «Να, μάνα το καλάθι σου, όπως μου το ‘δωσες. Σου την έκανα την χάρη. Βλέπεις εσύ να έχει νερό μέσα;», λέει ο γιατρός.«Ευχαριστώ, γιέ μου, που μ’ άκουσες. Βλέπεις όμως εσύ το καλάθι όπως σου το’δωσα»; Απαντάει η μάνα. «Έ ναί, μόνο που είναι βρεγμένο». «Βλέπεις λοιπόν, γιέ μου, ότι δεν είναι το ίδιο, όπως σου το ‘δωσα; Το πήρες στεγνό, κατάξερο και μου το ‘φερες μουσκεμένο. Έτσι κι εγώ πηγαίνω αγράμματη στην εκκλησία, δεν φέρνω τη σοφία της, αλλά είμαι δροσισμένη άπ’ τη χάρη της και αυτό με συντηρεί τόσα χρόνια και κατάφερα με τη χάρη Της να σε σπουδάσω. Τότε κατάλαβε ο γιατρός, ότι ο Θεός «εμώρανε την σοφία του κόσμου τούτου… και τα μωρά του κόσμου εξελέξατο…» κι έβαλε μετάνοια στη μάνα του και πήγαν ύστερα μαζί στην εκκλησία κι ευχαρίστησαν την Παναγία. Μακαριστού Οικονόμου π. Ευέλθωντος Χαραλάμπους panagiamegalohari.gr Δημοφιλή άρθρα κατηγορίας Ο Τσίπρας στην «οικονομική» – Το πρωθυπουργικό αεροσκάφος για διακομιδή παιδιού21/03 13:41 Οι ειδικοί προειδοποιούν - Έκλειψη ηλίου: Ποιους κινδύνους κρύβει για τα μάτια - Πώς θα τη δείτε με ασφάλε19/03 21:24 Η "σπόντα" του Βαρουφάκη στο ΠΑΣΟΚ: Χαρείτε το 4% - ΒΙΝΤΕΟ20/03 22:52 Πρόσφατα άρθρα κατηγορίας Μια selfie στα... όρια: Στην κορυφή του αγάλματος του Χριστού22/03 00:29 Αποκοιμήθηκε στους -30° C και ξύπνησε με φρικτά κρυοπαγήματα21/03 23:29 10 everyday tips για να διώξεις την κυτταρίτιδα21/03 22:25 Διαβάστε περισσότερα: Απίστευτη Διδακτική ιστορία ! Ο γιατρός γιός και η "αμόρφωτη μάνα" !!

Σάββατο 26 Οκτωβρίου 2013

Παραμύθια για μάτια


απο   Οι παραμυθάδες

Η γριά κατσίκα που ξεγέλασε το λιοντάρι.

Παραδοσιακό παραμύθι από την Ινδία -
Απόδοση: Χρήστος Τσίρκας.
Στα χρόνια τα παλιά, που τα ζώα είχαν κι αυτά μιλιά που ήταν κατανοητή σε εμάς τους ανθρώπους, μια κατσίκα ζούσε κοντά σε ένα πυκνό δάσος. Είχε γεράσει και αδυνατούσε να ακολουθεί συνέχεια το κοπάδι της. Πάντα έμενε πίσω και προχωρούσε μοναχή.
goat final
Μια μέρα, ο βοσκός που είχε βγάλει το κοπάδι για βοσκή, έγειρε στην σκιά ενός δέντρου για να ξαποστάσει. Εκεί όμως, τον πήρε ο ύπνος και καθώς ήταν κουρασμένος, ξύπνησε αργά το μεσημέρι. Όταν συνειδητοποίησε την ώρα που είχε περάσει, μάζεψε γρήγορα-γρήγορα τα κατσίκια του και πήρε το δρόμο της επιστροφής. Μα η γριά κατσίκα, δεν μπορούσε να τα ακολουθήσει με τον ίδιο ρυθμό κι έτσι την βρήκε το σκοτάδι μέσα στο δάσος. Μη ξέροντας προς τα που να πάει, αποφάσισε να βρει ένας ασφαλές μέρος για να περάσει το βράδυ της χωρίς να κινδυνεύσει από τα άγρια ζώα.
Όπως περπατούσε, αντίκρισε μια σπηλιά σε έναν βράχο που τον έκρυβε ένας λόφος. Κίνησε προς τα εκεί μα όταν έφτασε, ανακάλυψε πως ήταν η φωλιά ενός τεράστιου και άγριου λιονταριού. Τα έχασε και δεν ήξερε τι να κάνει. Αν γύριζε την πλάτη της προσπαθώντας να φύγει το λιοντάρι θα την ορμούσε στα σίγουρα και θα την έτρωγε. Τότε, αποφάσισε να ρισκάρει και να λειτουργήσει με πονηριά.
Το λιοντάρι από την άλλη, μόλις την είδε να μπαίνει στην φωλιά του, απόρησε για το θάρρος της. Κανένα άλλο ζώο δεν τολμούσε να πλησιάσει την σπηλιά. Όλα φοβόντουσαν το λιοντάρι. Έτσι, την ρώτησε απορημένος…
Ποια είσαι εσύ που δεν με φοβάσαι και μπαίνεις με αυτό το θράσος στην σπηλιά μου;
Είμαι η βασίλισσα των κατσικιών. Χρόνια ολόκληρα τώρα, εξουσιάζω τη φυλή μας. Επειδή όμως τα χρόνια περνάνε, πρέπει να πραγματοποιήσω την υπόσχεση που είχα δώσει την μέρα που με χρίσανε βασίλισσα.
Και τι υπόσχεση είχες δώσει;
…ρώτησε το λιοντάρι που δεν πίστευε στα ματιά του.
Όταν έγινα βασίλισσα, υποσχέθηκα ότι πριν πεθάνω πρέπει να φάω πενήντα τίγρεις, τριάντα ελέφαντες και δέκα λιοντάρια. Μέχρι τώρα έφαγα τις τίγρεις και τους ελέφαντες. Μόλις ξεκίνησα να ψάχνω για λιοντάρια κι ευτυχώς που βρήκα εσένα. Θα είσαι το πρώτο μου λιοντάρι.
Το λιοντάρι μόλις άκουσε την τρελή υπόσχεση της κατσίκας τρομοκρατήθηκε και το έβαλε στα πόδια. Έτσι καθώς έτρεχε, συνάντησε στον δρόμο ένα τσακάλι. Το τσακάλι τα έχασε που είδε το λιοντάρι τόσο φοβισμένο να τρέχει και το ρώτησε τι συμβαίνει. «Το και το»…το λιοντάρι, εξήγησε στο τσακάλι την όλη ιστορία κι όταν τέλειωσε, το τσακάλι έβαλε τα γέλια.
Χα,χα,χα…πρώτη μου φορά ακούω κάτι τέτοιο. Είμαι σίγουρος πως κάτι βρομάει εδώ. Πάμε να μου δείξεις αυτή τη βασίλισσα των κατσικιών.
Λιοντάρι και τσακάλι, επιστρέφουν μαζί στην σπηλιά, ενώ η κατσίκα βρισκόταν ακόμα εκεί. Με το που πέρασαν την σπηλιά και στάθηκαν απέναντί της, η κατσίκα ψύχραιμη, πλησίασε προς το μέρος τους και με αυστηρή φωνή αποκρίθηκε προς το τσακάλι.
Τι πράγματα είναι αυτά τσακάλι; Εγώ σε διέταξα να ψάξεις και να μου φέρεις δέκα λιοντάρια κι εσύ μου φέρνεις μόνο ένα. Με απογοητεύεις. Θα με αναγκάσεις να φάω κι εσένα.
Το λιοντάρι, μόλις άκουσε τα λόγια της κατσίκας, πίστεψε ότι το τσακάλι τον κορόιδεψε και ότι τον οδήγησε σε παγίδα κι όρμησε πάνω του να τον κατασπαράξει. Εκείνη την ώρα η κατσίκα βγήκε από την σπηλιά κι άρχισε να τρέχει προς το σπίτι με όση αντοχή είχε, ενώ το τσακάλι και το λιοντάρι πολεμούσε το ένα το άλλο.

Παρασκευή 1 Μαρτίου 2013

Ο σπόρος του Αυτοκράτορα....!!!




Ένας αυτοκράτορας στην Άπω Ανατολή, γερνούσε και καταλάβαινε ότι έφτασε η ώρα να διαλέξει το διάδοχό του. Αντί να διαλέξει έναν από τους βοηθούς του ή έναν από τα παιδιά του, αποφάσισε να κάνει κάτι διαφορετικό. Προσκάλεσε μια μέρα πολλούς νέους του βασιλείου του και τους είπε "Έφτασε η ώρα μου να παραιτηθώ και να διαλέξω τον επόμενο αυτοκράτορα. Έχω αποφασίσει να διαλέξω έναν από σάς".
 
Οι νέοι ξαφνιάστηκαν! Αλλά ο αυτοκράτορας συνέχισε. "Θα δώσω σήμερα στον καθένα σας ένα σπόρο, έναν πολύ ειδικό σπόρο. Θέλω να τον φυτέψετε, να τον ποτίζετε και να ξαναρθείτε εδώ μετά ένα χρόνο από σήμερα με ό,τι έχει φυτρώσει απ' αυτόν τον ένα σπόρο. Εγώ θα κρίνω τότε τα φυτά που θα φέρετε κι αυτός, το φυτό του οποίου θα διαλέξω, θα είναι ο επόμενος αυτοκράτορας!"
 
Ένα αγόρι που λεγόταν Λίνγκ, ήταν εκεί εκείνη την ημέρα και όπως όλοι οι άλλοι, πήρε κι αυτός ένα σπόρο. Πήγε σπίτι του και γεμάτος ενθουσιασμό διηγήθηκε στη μητέρα του τι συνέβη. Η μητέρα του τον βοήθησε να βρει μια γλάστρα και χώμα κι αυτός φύτεψε το σπόρο και τον πότισε προσεχτικά. Του άρεσε να τον ποτίζει κάθε μέρα και να παρακολουθεί να δει αν είχε φυτρώσει.
 
 
 
Υστερα από τρεις εβδομάδες περίπου, μερικοί από τους άλλους νέους, άρχισαν να μιλούν για τους σπόρους τους και για τα φυτά που άρχισαν να μεγαλώνουν.
 
Ο Λίνγκ συνέχισε να παρακολουθεί το σπόρο του, αλλά τίποτα δεν φύτρωσε ποτέ. Πέρασαν τρεις εβδομάδες, τέσσερις εβδομάδες, πέντε εβδομάδες κι ακόμα τίποτα. Τώρα όλοι οι άλλοι μιλούσαν με ενθουσιασμό για τα φυτά τους, ο Λίνγκ όμως δεν είχε φυτό και αισθανόταν αποτυχημένος.
 
Πέρασαν έξι μήνες κι ακόμα δεν φύτρωσε τίποτα στη γλάστρα του Λίνγκ. Άρχισε να πιστεύει ότι είχε σκοτώσει το σπόρο του. Όλοι οι άλλοι είχαν δέντρα και ψηλά φυτά, αυτός όμως τίποτα. Όμως ο Λίνγκ δεν έλεγε τίποτα στους φίλους του. Απλά περίμενε να φυτρώσει ο σπόρος του.
 
Τελικά πέρασε ένας χρόνος και όλοι οι νέοι του βασιλείου έφεραν τα φυτά τους στον αυτοκράτορα για επιθεώρηση. Ο Λίνγκ είπε στη μητέρα του ότι δεν θα πήγαινε μια άδεια γλάστρα, αλλά αυτή τον συμβούλεψε να πάει. Και επειδή ήταν τίμιος με ό,τι συνέβη και παρ' όλο που αισθανόταν αδιαθεσία στο στομάχι, παραδέχτηκε ότι η μητέρα του είχε δίκιο. Πήγε λοιπόν την άδεια γλάστρα του στο παλάτι. Όταν έφτασε εκεί ο Λίνγκ έμεινε κατάπληκτος από την ποικιλία των φυτών που καλλιέργησαν οι άλλοι νέοι. Ήταν όμορφα σε όλα τα σχήματα και μεγέθη. Ο Λίνγκ ακούμπησε την άδεια γλάστρα του στο πάτωμα και πολλοί από τους άλλους άρχισαν να τον περιγελούν. Μερικοί τον λυπήθηκαν και του είπαν. "Δεν πειράζει, προσπάθησες για το καλύτερο".
 
 Όταν έφτασε ο αυτοκράτορας, εξέτασε την αίθουσα και χαιρέτησε τους νέους. Ο Λίνγκ προσπάθησε να κρυφτεί στο πίσω μέρος της αίθουσας. "Τι μεγάλα φυτά, δέντρα και λουλούδια καλλιεργήσατε", είπε ο αυτοκράτορας. "Σήμερα ένας από σας θα εκλεγεί σαν ο επόμενος αυτοκράτορας"!. Ξαφνικά διέκρινε το Λίνγκ με την άδεια του γλάστρα, στο πίσω μέρος της αίθουσας. Διέταξε αμέσως τους φρουρούς του να τον φέρουν μπροστά του. Ο Λίνγκ ήταν κατατρομαγμένος. "Ο αυτοκράτορας γνωρίζει ότι είμαι αποτυχημένος", είπε. "Ίσως θα πρέπει να με σκοτώσει".
 
 
Όταν ο Λίνγκ ήλθε μπροστά ο αυτοκράτορας τον ρώτησε πώς λέγεται. "Λέγομαι Λίνγκ" απάντησε. Οι υπόλοιποι άρχισαν να γελούν και να τον κοροϊδεύουν. Ο αυτοκράτορας ζήτησε να ηρεμήσουν όλοι. Κοίταξε τον Λίνγκ και κατόπιν ανάγγειλε στο πλήθος, "Ιδού ο νέος σας αυτοκράτορας! Το όνομά του είναι Λίνγκ"!. Ο Λίνγκ δεν μπόρεσε να το πιστέψει. Δεν μπόρεσε ούτε το σπόρο του να κάνει να φυτρώσει! Πώς θα μπορούσε να γίνει ο νέος αυτοκράτορας;
 
Τότε ο αυτοκράτορας είπε, "Πριν ένα χρόνο, σαν σήμερα, έδωσα στον καθένα από σας εδώ ένα σπόρο. Σας είπα να πάρετε το σπόρο, να τον φυτέψετε, να τον ποτίσετε και να μου τον φέρετε πίσω σήμερα. Η αλήθεια είναι ότι έδωσα σε όλους σας βρασμένους σπόρους, που δεν θα φύτρωναν. Όλοι σας, εκτός από τον Λίνγκ, μου έχετε φέρει δέντρα και φυτά και λουλούδια. Όταν ανακαλύψατε ότι οι σπόροι δεν θα βλάσταιναν, αντικαταστήσατε το σπόρο που σας έδωσα μ' έναν άλλο. Ο Λίνγκ ήταν ο μόνος που είχε το θάρρος και την εντιμότητα να μου φέρει μια γλάστρα που είχε μέσα το δικό μου σπόρο. Γι' αυτό είναι αυτός που θα γίνει ο νέος αυτοκράτορας!.
 
  • Αν σπείρεις εντιμότητα,                θα θερίσεις εμπιστοσύνη.
  • Αν σπείρεις καλοσύνη,                   θα θερίσεις φίλους.
  • Αν σπείρεις ταπεινοφροσύνη,      θα θερίσεις μεγαλείο.
  • Αν σπείρεις επιμονή,                       θα θερίσεις νίκη.
  • Αν σπείρεις στοχασμό,                   θα θερίσεις αρμονία.
  • Αν σπείρεις σκληρή δουλειά,        θα θερίσεις επιτυχία.
  • Αν σπείρεις συγχώρηση,                θα θερίσεις συμφιλίωση.
  • Αν σπείρεις ειλικρίνεια,                  θα θερίσεις καλές σχέσεις.
  • Αν σπείρεις υπομονή,                      θα θερίσεις βελτίωση.
  • Αν σπείρεις πίστη,                           θα θερίσεις θαύματα.
  • Αν σπείρεις ανεντιμότητα,           θα θερίσεις δυσπιστία.
  • Αν σπείρεις εγωισμό,                      θα θερίσεις μοναξιά.
  • Αν σπείρεις περηφάνια,                 θα θερίσεις καταστροφή.
  • Αν σπείρεις ζήλια,                            θα θερίσεις ταλαιπωρία.
  • Αν σπείρεις οκνηρία,                       θα θερίσεις στασιμότητα.
  • Αν σπείρεις πικρία,                          θα θερίσεις απομόνωση.
  • Αν σπείρεις πλεονεξία,                    θα θερίσεις απώλεια.
  • Αν σπείρεις κακολογία,                  θα θερίσεις εχθρούς.
  • Αν σπείρεις στενοχώριες,              θα θερίσεις ρυτίδες.
  • Αν σπείρεις αμαρτίες,                     θα θερίσεις ενοχές.
 
Πρόσεχε, λοιπόν, τι σπέρνεις τώρα. Αυτό θα καθορίσει τι θα θερίσεις αύριο. 

Παρασκευή 24 Φεβρουαρίου 2012

ΑΙΣΩΠΟΣ

Ο ΓΑΙΔΑΡΟΣ Η ΑΛΕΠΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΛΙΟΝΤΑΡΙ



ΛΙΟΝΤΑΡΙ ΚΑΙ ΛΑΓΟΣ




ΤΟ ΑΡΝΙ ΚΑΙ Ο ΛΥΚΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΦΛΟΓΕΡΑ




Η ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΚΑΙ Η ΓΑΤΑ




ΠΙΘΗΚΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ




ΠΑΤΕΡΑΣ ΚΑΙ ΚΟΡΕΣ



Ο ΚΟΥΤΟΣ ΓΑΙΔΑΡΟΣ




Ο ΛΥΚΟΣ ΚΑΙ Η ΓΡΙΑ




Η ΑΛΕΠΟΥ ΚΑΙ Ο ΞΥΛΟΚΟΠΟΣ




ΤΟ ΛΙΟΝΤΑΡΙ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΝΤΙΚΙ

Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2012

ΜΙΚΡΑ ΠΑΡΑΜΥΘΑΚΙΑ

Το σβησμένο αστεράκι
Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένα αστεράκι που δεν είχε καθόλου φως. Ήταν σβηστό. Δυστυχία του! Τι σόι αστέρι είναι άμα δε λάμπει; Όλα τα άλλα αστέρια ήταν ολόλαμπρα, άλλα κόκκινα, άλλα μπλε, άλλα μωβ, άλλα...(εδώ μπορεί κανείς να ενθαρρύνει τα παιδιά να πουν τι χρώματα φαντάζονται πως έχουν τα άστρα), το αστεράκι μας όμως δεν είχε ούτε μια σταλιά φως. Καθόταν λυπημένο πολύ και επιπλέον ντρεπόταν. Τότε τα άλλα αστέρια το προσέξαν. «Τι έχεις αστεράκι μου και μαραζώνεις; Τι σε κάνει να κλαις;» «Στέρεψα από φως!» βούρκωσε το αστεράκι και χαμήλωσε τα μάτια. «Γι'αυτό σκας; Να, πάρε από μας που μας περισσεύει!». Και τράβηξε μια ακτίνα κόκκινη το κόκκινο αστέρι και την καρφίτσωσε στο σβησμένο αστεράκι. Και μια γαλάζια το γαλάζιο αστέρι, δύο το πράσινο που ήταν πολύ μεγάλο, άλλες δύο ακτίνες το ροζ, παρόλο που ήτανε μικρό. Κοιτάζεται το αστεράκι μας και τι να δει! Έλαμπε ολόκληρο και όχι με ένα χρώμα, αλλά με πολλά. Γέμιζε με πολύχρωμο φως τον ουρανό και ήταν τόσο μα τόσο φωτεινό και όμορφο! Δεν ήταν όμως μόνο γι'αυτό που έλαμπε τόσο, όσο κανένα άλλο αστέρι. Δεν ήταν μονάχα οι ακτίνες αλλά και η αγάπη των άλλων αστεριών που το έκανε έτσι ολόλαμπρο.
Η μάγισσα Μπο Μποφλό

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια μάγισσα που έκανε συλλογή από γραμματάκια. Είχε δε ιδιαίτερη αδυναμία στα ρο. Κι επειδή δεν ήταν τόσο καλή στα μαγικά για να φτιάξει μόνη της γραμματάκια, τα έκλεβε από τα παιδάκια. Πώς; Απλούστατα παραφύλαγε έξω από τις πόρτες των παιδικών δωματίων να ακούσει αν τα παιδιά κοιμούνται ή κάνουν θόρυβο. Αν άκουγε τα παιδάκια να μιλάνε, όρμαγε στο δωμάτιό τους και έσκουζε μπο-μπο-...φι, ας πούμε. Έτσι παγίδευε όλα τα φι που ξεστόμιζαν τα παιδάκια που μιλάγανε και δεν είχαν κλείσει ακόμα τα ματάκια τους... Άλλες φορές η τρομερή μάγισσα Μπο Μποφλό έψαχνε ρο, για να βάλει στο άλμπουμ των γραμμάτων της. Κι όχι όποιο κι όποιο ρο, αλλά ένα παιδικό ζουμερό από τα σπάνια. Φώναζε μπο-μπο-ρο, κι αυτό ήταν, χάναν τα παιδάκια που μιλούσαν και δεν είχαν ακόμα κοιμηθεί τα ρο τους. Άντε τώρα να ζητήσουν νερό. Λέγανε νεό και κανείς δεν καταλάβαινε ότι διψάνε. Θέλανε να μιμηθούν τα αυτοκινητάκια κάνοντας βρρρρρρ, αλλά ακουγόταν σκέτο ββββββ. Τι σόι αυτοκινητάκι είσαι χωρίς βρρρρρρ; Έτσι η μάγισσα Μπο Μποφλό, η κλέφτρα των γραμμάτων είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος των παιδιών όχι μόνο την ώρα του βραδινού ύπνου αλλά και του μεσημεριανού. Εσείς είδατε την Μπο Μποφλό να τριγυρνάει πουθενά εδώ γύρω ή κοιμάστε νωρίς το βράδυ και δεν κινδυνεύετε να σας κλέψει κανένα γράμμα; (Δεν ξέρω αν το παραμυθάκι αυτό είναι αντιπαιδαγωγικό, αλλά πιάνει χωρίς να μιλάει για μπαμπούλες και κακούς λύκους. Μόνο για μια αθώα μάγισσα φανατική συλλέκρια σπάνιων γραμμάτων...)

Ο γαλατάς
Μια φορά κι έναν καιρό, την εποχή που ήταν παιδιά οι παππούδες σας και οι γιαγιάδες σας, οι γονείς δεν αγόραζαν το γάλα από το super market, αλλά το έφερνε κάθε πρωί στο σπίτι ο γαλατάς. Φόρτωνε το γάιδαρό του με δυο μεγάλα δοχεία γάλα και τριγύρναγε στις γειτονιές φωνάζοντας όσο πιο δυνατά μπορούσε «οοο γαλατααάς» (εδώ μπορείτε να προτρέψετε τα παιδιά να φωνάξουν κι αυτά τη λέξη). Οι νοικοκυρές κι οι νοικοκύρηδες βγαίνανε τότε στην εξώπορτα του σπιτιού τους με ένα άδειο μπουκάλι που ο γαλατάς το γέμιζε φρέσκο γαλατάκι αγελάδας. Μια μέρα όμως δεν έδεσε καλά τα δοχεία στη ράχη του γαϊδάρου- της γαϊδάρας για την ακρίβεια- και χύθηκε όλο το γάλα στο δρόμο. Τώρα τι γάλα θα πιουν τα παιδιά; Ο γαλατάς στενοχωρήθηκε πολύ και δεν ήξερε τι να κάνει. Ήδη άκουγε μερικά μωρά να κλαίνε επειδή πεινούσαν. Τότε κατέβασε μια ιδέα. Σκέφτηκε, και γιατί δεν αρμέγω τη γαϊδάρα; Το είπε και το έκανε. Γέμισε τα αδειανά δοχεία του με γάλα γαϊδάρας. Εκείνη τη μέρα όλα τα παιδάκια ήπιαν γάλα γαϊδάρας. Γι'αυτό για πολύ καιρό τους ξέφευγε κανένα γκάρισμα ανάμεσα στις λέξεις και οι γονείς απορούσανε, μα ποτέ δεν κατάλαβαν γιατί (εννοείτε ότι προτρέπουμε τα παιδιά σε αυτό το σημείο να μιμηθούν το γάιδαρο).
Ο πόλεμος των οσπρίων
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια κατσαρόλα με φακές που σιγοβράζανε. Πιάσαν λοιπόν κουβέντα και λέγανε πως από όλα τα όσπρια αυτές σίγουρα είναι οι καλύτερες και πιο θρεπτικές. Κι όσο τα λέγανε αυτά φουσκώνανε από περηφάνεια και μαλακώνανε στην κατσαρόλα. Λιγάκι παρακεί βρισκόταν ένα βάζο με φασόλια που ακούγαν τη συζήτηση και φρίξανε. Πώς τολμάτε εσείς οι σκουρόχρωμες φακές να λέτε ότι είστε καλύτερες από εμάς τα φασόλια; Κοιτάξτε το χρώμα μας άσπρο-άσπρο και όμορφο που είναι! Εσείς μπορεί να έχετε περισσότερο σίδηρο και να περνιέστε για πιο θρεπτικές, αλλά εμείς έχουμε ποικιλία μεγάλη. Και με ένα σφύριγμα καλέσανε τους συγγενείς τους, τα μαυρομάτικα και τους γίγαντες. Περνούσαν από κει κοντά τα ρεβύθια και κιτρίνισαν ακόμα πιο πολύ από το θυμό τους. Ούτε άσπρο, ούτε μαύρο. Κίτρινο είναι το χρώμα το σωστό. Τι λες και εσύ φάβα, φωνάξαν λιγάκι δυνατά, για να ακούσει η φάβα που ήταν πολυκαιρισμένη σε ένα ξεχασμένο βάζο και βαριάκουγε. Κι άρχισαν τα όσπρια να τσακώνονται για το ποιο είναι το καλύτερο. Φωνές και κακό μεγάλο. Καβγάς με τα όλα του. Πάνω στον καβγά μαύρισε και το μάτι των μαυρομάτικων. Τότε ήρθε τρέχοντας η μαμά, τα μάζεψε, γιατί είχαν βγει από τα βάζα τους και τα οδήγησε στους δικαστές, τα παιδιά, να λύσουν τη διαφορά τους και να ανακαλύψουν το καλύτερο. Οι δικαστές όμως είπαν ότι αν δεν δοκιμάσουν όλα τα όσπρια, δεν μπορούν να βγάλουν απόφαση. Από τότε ορίστηκε κάθε εβδομάδα να τρώνε τα παιδάκια κι από ένα διαφορετικό όσπριο, για να μάθουν ποιο είναι το καλύτερο και να πάψουν έτσι να τσακώνονται τα δύστυχα όσπρια μεταξύ τους. Εσείς τι όσπριο φάγατε αυτή την εβδομάδα;

Πέμπτη 19 Ιανουαρίου 2012

ΕΛΛΗΝΕΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ

Ο ΜΙΚΡΟΣ ΣΚΑΝΤΖΟΧΟΙΡΟΣ
Η ΠΟΥΠΟΥ ΚΑΙ Η ΚΑΡΛΟΤΑ
ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΓΡΑΨΕΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΚΥΛΟ ΜΑΣ
Ο ΧΙΟΝΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΛΕΙΩΣΕΙ
ΟΙ ΦΟΡΕΣΙΕΣ ΤΟΥ ΦΕΓΓΑΡΙΟΥ
ΜΙΑ ΑΣΤΕΙΑ ΕΠΙΔΗΜΙΑ
ΜΙΑ ΑΠΡΟΣΜΕΝΗ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ
Η ΓΙΟΛΑ ΜΕ ΤΟ ΜΠΑΛΟΝΙ
ΠΩΣ ΝΑ ΚΑΤΑΒΡΟΧΘΙΣΕΤΕ ΕΝΑ ΟΥΡΑΝΙΟ ΤΟΞΟ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ ΔΙΚΩΝ ΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ
ΤΟ ΛΕΛΕΚΙ ΚΑΙ ΟΙ ΠΙΘΗΚΟΙ
Η ΠΙΠΑ ΤΗΣ ΕΙΡΗΝΗΣ
Ο ΚΗΠΟΥΡΟΣ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΤΗΣ ΕΙΠΕ Η ΠΕΤΡΑ
ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΚΑΙ ΨΙΛΙΚΑ
ΤΟ ΠΑΣΧΑ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑΛΗ
ΔΥΟ ΚΟΚΟΡΙΑ ΖΩΗΡΑ
ΟΦΣΑΙΝΤ
Η ΚΑΘΑΡΗ ΚΑΡΔΙΑ
ΤΑ ΑΔΕΣΠΟΤΑ
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
Η ΓΑΤΑ ΠΟΥ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΠΑΝΤΡΕΥΤΕΙ
ΠΟΥ ΠΗΓΑΝ ΤΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ
ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΤΕΙ
ΠΟΥ ΠΑΣ ΧΕΛΩΝΑΚΙ
Η ΩΡΑ ΕΙΝΑΙ ΕΚΑΤΟ
ΟΤΑΝ Η ΠΑΣΧΑΛΙΤΣΑ ΣΥΝΑΝΤΗΣΕ ΤΟΝ ΕΛΕΦΑΝΤΑ
Ο ΘΕΙΟΣ ΜΟΥ Ο ΚΑΤΣΙΚΟΠΟΔΑΡΟΣ
ΝΕΡΑΙΔΑ ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΕΛΑΤΟ
ΞΕΝΟΙ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ
Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΤΙΣ ΕΙΠΕ Η ΠΕΤΡΑ 

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2011

Η φίλη μου ο Ντόλυ.

Πριν από πολύ καιρό, γεννήθηκε ένα κοριτσάκι που από μωρό ήταν πολύ όμορφο κι επειδή ο μπαμπάς του είχε ζήσει χρόνια στην Αμερική το έβγαλε, Ντόλυ ─ δηλαδή, «Κουκλάκι». Το κοριτσάκι αυτό, όσο μεγάλωνε γινόταν όλο και πιο όμορφο, αλλά και όλο και πιο καλό και έξυπνο. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά είχε γεννηθεί και με ένα φοβερό χάρισμα: μπορούσε να στέλνει τη σκέψη της στους ανθρώπους και να την ακούνε οι άλλοι μέσα στο κεφάλι τους σαν να τους μιλάει με τηλέφωνο. Την πρώτη φορά που το κοριτσάκι το κατάλαβε αυτό, τρόμαξε! Να τι έγινε:  Εκεί που έπαιζε, μια μέρα,  με τις κούκλες της, ξαφνικά σκέφτηκε ότι διψάει. Κι ενώ δεν είχε πει λέξη γι’ αυτό άκουσε τη μαμά της να της λέει, «να σου φέρω νεράκι, μωρό μου;» και την είδε να σηκώνεται και να της φέρνει νερό από την κουζίνα!
PHOTO (9.1a)
Εκείνη την εποχή που η Ντόλυ ήταν μικρή, ήταν η εποχή που είχα μια εκπομπή στην τηλεόραση και είχε για τίτλο το παρατσούκλι μου: «Ο Παραμυθάς». Η μικρή Ντόλυ καθόταν κάθε εβδομάδα, την ίδια ώρα και μέρα, μπροστά στην τηλεόραση για να βλέπει τις ιστορίες μου. Και κάθε φορά προσπαθούσε να μου στέλνει τη σκέψη της, λέγοντας μέσα της: «θέλω να σε δω Παραμυθά, θέλω να σε δω». Αλλά, βλέπετε, η εκπομπή δεν γινόταν ζωντανά εκείνη τη στιγμή που την έβλεπε η Ντόλυ, γιατί την ετοιμάζαμε μέρες πριν, κι έτσι δεν μπορούσα «ν’ ακούσω» τη σκέψη της.
Επειδή, όμως, στη ζωή υπάρχει περισσότερη φαντασία από οπουδήποτε αλλού, κάποτε ήρθαν έτσι τα πράγματα, που άκουσα τη φωνή της Ντόλυ στο κεφάλι μου. Και να πώς έγινε. Εκεί που όλα πήγαιναν μια χαρά στη ζωή του μικρού κοριτσιού και δεν θα είχε κανένα πρόβλημα, ήρθε να μείνει στο διπλανό σπίτι μια κακιά μάγισσα, τόσο κακιά που δεν την έκανε παρέα κανείς. Η κακιά μάγισσα ζήλευε τόσο πολύ την Ντόλυ που τις νύχτες δεν μπορούσε να κοιμηθεί από το κακό της. Έτσι, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει όλα τα μαγικά της για να μην την βλέπει πια. Ένα βράδυ που όλοι κοιμόντουσαν στο σπίτι της Ντόλυ, μπήκε κρυφά από το παράθυρο, πλησίασε το κρεβάτι του μικρού κοριτσιού κι άρχισε τα μαγικά της… Μουρμούριζε, μουρμούριζε, μουρμούριζε κάτι ακαταλαβίστικα και ξαφνικά… βρουουουμμμ… Η Ντόλυ έγινε ένα ωραίο άσπρο άλογο. Αμέσως, πήδηξε από το παράθυρο και χάθηκε καλπάζοντας μέσα στη νύχτα… Μάταια οι γονείς της Ντόλυ έψαξαν την άλλη μέρα απελπισμένοι παντού για να τη βρουν. Τα κοριτσάκι είχε εξαφανιστεί για τα καλά. Όμως -όπως ξέρουμε εμείς- η Ντόλυ δεν είχε εξαφανιστεί, αλλά απλώς είχε γίνει ένα ωραίο άσπρο άλογο που κάλπαζε όλη τη νύχτα χωρίς να μπορεί να καταλάβει τι της συνέβη. Έκλαιγε, έκλαιγε κι έτρεχε καλπάζοντας, μέχρι που όταν άρχισε να ξημερώνει, βρέθηκε σε ένα ωραίο μεγάλο χτήμα, που έμοιαζε σαν αμερικάνικο ράντσο, βγαλμένο από καουμπόικη ταινία.  Το κτήμα αυτό το είχε κάποιος που είχε ζήσει κι εκείνος στην Αμερική και γι’ αυτό το είχε φτιάξει έτσι που να μοιάζει με ράντσο, και του άρεσε να ντύνεται όλο το χρόνο σαν cow boy, γι’ αυτό κι όλοι τον φώναζαν, «ο Μήτσος, ο καουμπόης». Ο Μήτσος ζούσε ολομόναχος του σ’ ολόκληρο το κτήμα του, γι’ αυτό κι όταν είδε την Ντόλυ να περνάει τον φράχτη και να τον πλησιάζει, ξετρελάθηκε από τη χαρά του.
M+D
Όταν πλησίασε το άλογο,  ο Μήτσος το κοίταξε προσεκτικά και μουρμούρισε: «Κορίτσι είναι. Άραγε τι όνομα να της δώσω…»
«Ντόλυ», σκέφτηκε η Ντόλυ που τον άκουσε και που παρ’ όλο που είχε γίνει άλογο καταλάβαινε την ανθρώπινη γλώσσα. Και επειδή δεν είχε χάσει και την ικανότητά της να μεταδίδει τη σκέψη της στους άλλους, ο Μήτσος ο καουμπόη, είπε, «Ντόλυ θα την βγάλω», νομίζοντας ότι σκέφτηκε μόνος του το όνομα.
Έτσι η Ντόλυ έμεινε μαζί με τον Μήτσο τον καουμπόη μέχρι να δει πώς θα μπορέσει να ξαναγίνει το ωραίο κοριτσάκι που ήταν πριν. Έκανε προσπάθειες να δώσει στον Μήτσο τον καουμπόη να καταλάβει ότι είναι κοριτσάκι, αλλά κάθε φορά που σκεφτόταν, «είμαι κορίτσι», ο Μήτσος ο καουμπόης έλεγε, «αχ να ‘χα ένα κοριτσάκι» νομίζοντας ότι αυτό το σκέφτηκε ο ίδιος.Οι μέρες περνούσαν και ο καημένος ο Μήτσος, που ήταν καλός άνθρωπος, έβλεπε την Ντόλυ να κάθεται στενοχωρημένη στα σκαλοπάτια του σπιτιού του και δεν έκανε καμιά προσπάθεια να της βάλει σέλλα για να ανέβει επάνω της  και ν’ αρχίσει να τη βάζει να τον πηγαίνει εδώ κι εκεί και να του κάνει διάφορες δουλειές. Έτσι, περνούσε ο καιρός, χωρίς να καταφέρνει ο Μήτσος να φτιάξει το κέφι της Ντόλυ και να τη βάλει να δουλέψει.
PHOTO (9.2b)
Ένα απόγευμα, έτυχε να περνάω πετώντας πάνω από το κτήμα του Μήτσου του καουμπόη, όταν άκουσα μια φωνή μέσα στο κεφάλι μου να φωνάζει, «Παραμυθά, Παραμυθά…» κοιτάζω προς το κάτω και βλέπω ένα ωραίο άσπρο άλογο να έχει ανασηκωθεί στα πίσω πόδια του και να χλιμιντρίζει. Επειδή, όπως ξέρετε, όταν φοράω το μαγικό γιλέκο μου εκτός που μπορώ να πετάω, μπορώ και να μιλάω με τα φυτά, τα ζώα και τα πράγματα, κατάλαβα ότι μου μιλάει το άλογο και κατέβηκα δίπλα του να δω τι θέλει.
«Πώς σε λένε», ρώτησα το άλογο μόλις βρέθηκα δίπλα του.«Ντόλυ», μου λέει. «Αχ, Παραμυθά, δεν ξέρεις πόσο ήθελα να σε δω από κοντά. Κάθε φορά που σε έβλεπα στην τηλεόραση σου έστελνα τη σκέψη μου, αλλά ήσουν ο μόνος που δεν την άκουγες και δεν ερχόσουν».«Άλογο και να βλέπει την εκπομπή μου στην τηλεόραση!» είπα έκπληκτος.
P+D
«Δεν είμαι άλογο, κοριτσάκι είμαι και δεν ξέρω πώς έγινε και άλλαξα».
Εκείνη τη στιγμή πρόσεξα ότι το άλογο δεν ανοιγόκλεινε το στόμα του κι ότι μου έστελνε τις σκέψεις του. Χάιδεψα το αλογάκι στο κεφάλι κι εκείνο βούρκωσε. Και τότε κατάλαβα ότι πρέπει να είχαν κάνει μάγια στο κοριτσάκι και γι’ αυτό είχε γίνει άλογο.
«Πόσο καιρό είσαι έτσι»; ρώτησα ανήσυχος.«Τέσσερις – πέντε μήνες», μου είπε.
«Πρέπει να σε πάω αμέσως στη φίλη μου τη μάγισσα Κλοκλό να σε ξεμαγέψει, γιατί αν είσαι έτσι για επτά μήνες, μετά θα μείνεις άλογο για πάντα.Και πάνω που ετοιμαζόμουν να πάρω τη Ντόλυ και  να φύγω, ακούω πίσω μου μια φωνή.«Ε, ποιος είσαι εσύ και τι θες με το άλογό μου»;
«Είμαι ο Παραμυθάς», του λέω, «κι αυτή δεν είναι άλογο, είναι κοριτσάκι που το έκανε άλογο μια κακιά μάγισσα».«Τι σαχλαμάρες είναι αυτές…» πήγε να πει ο Μήτσος, αλλά εκείνη τη στιγμή η Ντόλυ σκέφτηκε, «αλήθεια σου λέει, Μήτσο, άσε μας να φύγουμε». Ο Μήτσος νόμισε ότι το σκέφτηκε αυτός και είπε: «Κάτι μου λέει μέσα μου, ότι λες αλήθεια. Πηγαίνετε. Αλλά θέλω Ντόλυ όταν γίνεις κοριτσάκι, να ‘ρθεις να με δεις», είπε ο Μήτσος και βούρκωσε, γιατί την είχε αγαπήσει πολύ την Ντόλυ.
ST+D FLYING
Χωρίς να περιμένω άλλο, βούτηξα την Ντόλυ και φύγαμε πετώντας από το κτήμα του Μήτσου του καουμπόη. Ο κόσμος από κάτω, είχε χαζέψει που έβλεπε έναν παππού να πετάει με ένα άσπρο άλογο, αλλά πρέπει να σας πω ότι εμένα μου φαινόταν πολύ ποιητική εικόνα!
Σε λίγο είμαστε στο σπίτι της Κλοκλό. Μόλις της είπα τι συνέβαινε  ακούμπησε το χέρι της πάνω στο κεφάλι του αλόγου, ψιθύρισε κάτι μαγικά λόγια και…  ουάου! Το άλογο εξαφανίστηκε και στη θέση του βρέθηκε ένα πολύ όμορφο κοριτσάκι που κοιταζόταν και δεν πίστευε στα μάτια του!
ST+D+KL
«Σ’ ευχαριστώ Παραμυθά μου, σ’ ευχαριστώ…» μου έλεγε αλλά την έκοψα λέγοντάς της: «Πρέπει να πάμε αμέσως στους γονείς σου γιατί θα είναι πολύ λυπημένοι που σε έχασαν». Ευχαρίστησα την Κλοκλό και φύγαμε αμέσως πετώντας.
Έτσι, η γλυκιά Ντόλυ, ήταν σε λίγο στην αγκαλιά των γονιών της που έκλαιγαν από χαρά που ξαναβρήκαν το κοριτσάκι τους. Η Ντόλυ διηγήθηκε την περιπέτειά της στους γονείς της και τους είπε για τον Μήτσο τον καουμπόη· τι καλά που της είχε φερθεί όταν ήταν αλογάκι, κι ότι του είχε υποσχεθεί όταν γίνει κοριτσάκι να πάει να τον δει. Έτσι την άλλη μέρα, οι γονείς της Ντόλυ την πήγαν στο χτήμα του Μήτσου, που μόλις είδε το κοριτσάκι από μακριά έτρεξε και το άρπαξε στην αγκαλιά του και το έσφιγγε σαν να ήτανε παιδί του.
Αυτή είναι η ιστορία της φίλης μου της Ντόλυ, που από τότε είμαστε δυο καλοί φίλοι έως σήμερα.