Νικηφόρος
Βρεττάκος
Μικρός
τύμβος
(17
Νοεμβρίου 1973)
Δίχως τουφέκι
και σπαθί, με το ήλιο στο μέτωπο,
υπήρξατε ήρωες
και ποιητές μαζί. Είστε το Ποίημα.
Απλώνοντας το
χέρι μου δεν φτάνει ως εκεί
που ωραία
λουλούδια τις μορφές σας
Λιτανεύει ο
αέρας της αρετής. Ω παιδιά μου,
Μπροστά σ’
αυτό το ποίημα μετράει μόνο η σιωπή.
ΦΩΤΟΣ
ΓΙΟΦΥΛΛΗΣ
«Εδώ
Πολυτεχνείο»
Στον
άγιο ήχο της φωνής: «Εδώ Πολυτεχνείο!...»
στο
κάλεσμα της νιότης μας, που φέρνει προς το φως
άστραψε
σ’ όλες τις ψυχές τ’ άφταστο μεγαλείο
της
Λευτεριάς και ξέσπασε κάθε καημός κρυφός!
Τ’ ατράνταχτα
τα στήθια σας, παιδιά, γινήκαν κάστρα,
και
πάλεψαν σκληρά κι ορθά με τανκς και με πιστόλια
σαν
η ψυχή σας έφερνε στον ουρανό και στ’ άστρα
το
θρίαμβο της Λευτεριάς, μες σε βροχή από βόλια.
Στα
παλληκάρια που’ πεσαν στην άνιση την πάλη
δόξα
τούς πρέπει και τιμή μες σε χιλιάδες χρόνια!
Μα
και σε σας που ζήσατε, για να χαρείτε πάλι
ολάκαιρη
την Λευτεριά, την πάμφωτη κι αιώνια!...
Κωστούλα Μητροπούλου
1050 ΧΙΛΙΟΚΥΚΛΟΙ
"Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο!"
Αυτή η φωνή που τρέμει στον αέρα,
δεν σούστειλε ένα μήνυμα μητέρα,
αυτή η φωνή δεν ήτανε του γιού σου,
ήταν φωνές χιλιάδες του λαού σου.
"Εδώ Πολυτεχνείο ,εδώ Πολυτεχνείο!"
Μιλάει ένα κορίτσι κι ένα αγόρι,
εκπέμπουνε τραγούδι μοιρολόι,
χίλιες πενήντα αντένες η λαχτάρα,
σε στόματα μανάδων η κατάρα.
Και τα κορίτσια και τ' αγόρια που μιλούσαν,
τρεις μέρες και τρεις νύχτες δεν μετρούσαν,
δοκίμαζαν τις λέξεις με αγωνία,
κι αλλάζανε ρυθμό στην ιστορία.
"Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο!"
Γραμμένα μένουν τα ονόματα στο αρχείο,
δεν αναφέρονται οι νεκροί που είναι στο ψυγείο,
λένε πως είναι τέσσερις κι είναι εκατό οι μανάδες,
πρώτα σκοτώθηκε η φωνή και σώπασαν χιλιάδες.
ΡΙΤΣΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
Το αγόρι και η πόρτα
Εκεί που έπεσε
είναι μια κόκκινη λίμνη,
ένα κόκκινο δέντρο,
ένα κόκκινο πουλί.
Σηκώθηκε όρθια
η πεσμένη καγκελόπορτα-
χιλιάδες άλογα.
Λαός καβαλίκεψε.
Κομνηνέ! - φωνάξαμε.
Γύρισε και μας κοίταξε
δε φορούσε επίδεσμο
ούτε στεφάνι.
Άσπρα άλογα, κόκκινα άλογα
και μαύρα, πιο μαύρα-
καλπασμός, - η ιστορία
Να προφτάσουμε.
ΡΩΤΑΣ ΒΑΣΙΛΗΣ
Εδώ Πολυτεχνείο…
Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ
Πολυτεχνείο! Εδώ καλώ
βοήθεια, πρόφτασε,λαέ,
βοήθεια, πρόφτασε,λαέ,
σκοτώνουν τα παιδιά σου, οϊμέ!
Τα νιάτα που έστησαν
εδώ
του Αγώνα τραγικόν χορό
και τραγουδούν τη Λευτεριά,
σου τα σκοτώνουν τα παιδιά.
Της βίας ο δούλος ο μωρός
δουλέμπορος, φονιάς μιαρός,
σκοτώνει, λαέ, τα τέκνα σου,
τ' αγόρια, τα κορίτσια σου.
Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ
τα νιάτα σέρνουνε χορό.
Της Επιστήμης τα παιδιά
και τραγουδάν τη Λευτεριά.
Εδώ της νιότης ο άξιος νους,
που χτίζει θέατρα, ναούς,
σκεδιάζει ιδέες και μηχανές
και δένει το αύριο με το χτες,
Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ
μέσα στης τέχνης το ιερό
σκοτώνει η βία τα παιδιά
που τραγουδούν τη Λευτεριά.
Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ
γίνεται ανήκουστο κακό!
Της βίας ο δούλος ο μωρός
του Χάρου μαύρος έμπορος,
σφάζει τα τέκνα του λαού.
τη νιότη, την ελπίδα του,
το άνθος του αύριο, τον καρπό
της τέχνης και της γνώσης, ω!
Εδώ Πολυτεχνείου
κραυγή
καλούν το Χρέος κι η Τιμή
Λαέ μας, βοήθα τα παιδιά.
Ο αγώνας για τη Λευτεριά.
Λένα Παππά
Στούς σκοτωμένους
σπουδαστές του Νοεμβρίου
Μάτια κλειδωμένα, χέρια παγωμένα
κείτεται
-δεκοχτώ χρονώ ήτανε δεν ήτανε-
για να έχω εγώ πουλιά-φτερά στα
χέρια μου,
και συ στο σπιτάκι σου,
μια γλάστρα με βασιλικό στο
πεζουλάκι
και τα παιδιά μας ξένοιαστα να
χτίζουνε το μέλλον.
Η μάνα του τον περιμένει και
δεν έρχεται,
η άνοιξή του παίζει κα δεν τηνε
ξέρει πια.
Στις φλέβες του αίμα σταματημένο
και πικρό,
γυαλί σπασμένο ο κόσμος,
σωριασμένο πάνω του.
Για να έχω εγώ τον άσπρο μου
ύπνο
Και συ γαρίφαλο χαμόγελο στο
στόμα σου,
για να ’χουν τα παιδιά μας το
δικό τους ήλιο…
Σπύρος Κατσίμης
Μας ξάφνιασε η νύχτα
Το
πρωί διασχίζαμε τους δρόμους
με
τα σχολικά μας βιβλία
Τη
νύχτα συνεχίζαμε τη ζωή της ημέρας,
φυλάγοντας
τον ήλιο. Οι φοιτήτριες
χόρευαν
και τραγουδούσαν.
Έτσι
μας χαρακτήρισαν συνωμότες.
Στο
Μεγάλο Σχολείο μάς ξάφνιασε ηνύχτα
με
τόσους βαριά τραυματισμένους γύρω μας,
χωρίς
γάζες, οξυγόνο,
χωρίς
φάρμακα, γιατρό, ασθενοφόρα.
Μια
ριπή πολυβόλου τραυματίζει το φως.
Στα
υπνοδωμάτια των παιδικών μας χρόνων
με
το εικόνισμα της Παναγιάς ποιός ονειρεύεται
ειρηνικές
παρελάσεις;
Μας
κυνηγούσαν στα ερημικά πάρκα και τις παρόδους,
γιατί
-λέει- θα καίγαμε την πόλη
με τον ήλιο που κρύβαμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου