Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2012

ΜΙΚΡΑ ΠΑΡΑΜΥΘΑΚΙΑ

Το σβησμένο αστεράκι
Μια φορά και έναν καιρό ήταν ένα αστεράκι που δεν είχε καθόλου φως. Ήταν σβηστό. Δυστυχία του! Τι σόι αστέρι είναι άμα δε λάμπει; Όλα τα άλλα αστέρια ήταν ολόλαμπρα, άλλα κόκκινα, άλλα μπλε, άλλα μωβ, άλλα...(εδώ μπορεί κανείς να ενθαρρύνει τα παιδιά να πουν τι χρώματα φαντάζονται πως έχουν τα άστρα), το αστεράκι μας όμως δεν είχε ούτε μια σταλιά φως. Καθόταν λυπημένο πολύ και επιπλέον ντρεπόταν. Τότε τα άλλα αστέρια το προσέξαν. «Τι έχεις αστεράκι μου και μαραζώνεις; Τι σε κάνει να κλαις;» «Στέρεψα από φως!» βούρκωσε το αστεράκι και χαμήλωσε τα μάτια. «Γι'αυτό σκας; Να, πάρε από μας που μας περισσεύει!». Και τράβηξε μια ακτίνα κόκκινη το κόκκινο αστέρι και την καρφίτσωσε στο σβησμένο αστεράκι. Και μια γαλάζια το γαλάζιο αστέρι, δύο το πράσινο που ήταν πολύ μεγάλο, άλλες δύο ακτίνες το ροζ, παρόλο που ήτανε μικρό. Κοιτάζεται το αστεράκι μας και τι να δει! Έλαμπε ολόκληρο και όχι με ένα χρώμα, αλλά με πολλά. Γέμιζε με πολύχρωμο φως τον ουρανό και ήταν τόσο μα τόσο φωτεινό και όμορφο! Δεν ήταν όμως μόνο γι'αυτό που έλαμπε τόσο, όσο κανένα άλλο αστέρι. Δεν ήταν μονάχα οι ακτίνες αλλά και η αγάπη των άλλων αστεριών που το έκανε έτσι ολόλαμπρο.
Η μάγισσα Μπο Μποφλό

Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια μάγισσα που έκανε συλλογή από γραμματάκια. Είχε δε ιδιαίτερη αδυναμία στα ρο. Κι επειδή δεν ήταν τόσο καλή στα μαγικά για να φτιάξει μόνη της γραμματάκια, τα έκλεβε από τα παιδάκια. Πώς; Απλούστατα παραφύλαγε έξω από τις πόρτες των παιδικών δωματίων να ακούσει αν τα παιδιά κοιμούνται ή κάνουν θόρυβο. Αν άκουγε τα παιδάκια να μιλάνε, όρμαγε στο δωμάτιό τους και έσκουζε μπο-μπο-...φι, ας πούμε. Έτσι παγίδευε όλα τα φι που ξεστόμιζαν τα παιδάκια που μιλάγανε και δεν είχαν κλείσει ακόμα τα ματάκια τους... Άλλες φορές η τρομερή μάγισσα Μπο Μποφλό έψαχνε ρο, για να βάλει στο άλμπουμ των γραμμάτων της. Κι όχι όποιο κι όποιο ρο, αλλά ένα παιδικό ζουμερό από τα σπάνια. Φώναζε μπο-μπο-ρο, κι αυτό ήταν, χάναν τα παιδάκια που μιλούσαν και δεν είχαν ακόμα κοιμηθεί τα ρο τους. Άντε τώρα να ζητήσουν νερό. Λέγανε νεό και κανείς δεν καταλάβαινε ότι διψάνε. Θέλανε να μιμηθούν τα αυτοκινητάκια κάνοντας βρρρρρρ, αλλά ακουγόταν σκέτο ββββββ. Τι σόι αυτοκινητάκι είσαι χωρίς βρρρρρρ; Έτσι η μάγισσα Μπο Μποφλό, η κλέφτρα των γραμμάτων είχε γίνει ο φόβος και ο τρόμος των παιδιών όχι μόνο την ώρα του βραδινού ύπνου αλλά και του μεσημεριανού. Εσείς είδατε την Μπο Μποφλό να τριγυρνάει πουθενά εδώ γύρω ή κοιμάστε νωρίς το βράδυ και δεν κινδυνεύετε να σας κλέψει κανένα γράμμα; (Δεν ξέρω αν το παραμυθάκι αυτό είναι αντιπαιδαγωγικό, αλλά πιάνει χωρίς να μιλάει για μπαμπούλες και κακούς λύκους. Μόνο για μια αθώα μάγισσα φανατική συλλέκρια σπάνιων γραμμάτων...)

Ο γαλατάς
Μια φορά κι έναν καιρό, την εποχή που ήταν παιδιά οι παππούδες σας και οι γιαγιάδες σας, οι γονείς δεν αγόραζαν το γάλα από το super market, αλλά το έφερνε κάθε πρωί στο σπίτι ο γαλατάς. Φόρτωνε το γάιδαρό του με δυο μεγάλα δοχεία γάλα και τριγύρναγε στις γειτονιές φωνάζοντας όσο πιο δυνατά μπορούσε «οοο γαλατααάς» (εδώ μπορείτε να προτρέψετε τα παιδιά να φωνάξουν κι αυτά τη λέξη). Οι νοικοκυρές κι οι νοικοκύρηδες βγαίνανε τότε στην εξώπορτα του σπιτιού τους με ένα άδειο μπουκάλι που ο γαλατάς το γέμιζε φρέσκο γαλατάκι αγελάδας. Μια μέρα όμως δεν έδεσε καλά τα δοχεία στη ράχη του γαϊδάρου- της γαϊδάρας για την ακρίβεια- και χύθηκε όλο το γάλα στο δρόμο. Τώρα τι γάλα θα πιουν τα παιδιά; Ο γαλατάς στενοχωρήθηκε πολύ και δεν ήξερε τι να κάνει. Ήδη άκουγε μερικά μωρά να κλαίνε επειδή πεινούσαν. Τότε κατέβασε μια ιδέα. Σκέφτηκε, και γιατί δεν αρμέγω τη γαϊδάρα; Το είπε και το έκανε. Γέμισε τα αδειανά δοχεία του με γάλα γαϊδάρας. Εκείνη τη μέρα όλα τα παιδάκια ήπιαν γάλα γαϊδάρας. Γι'αυτό για πολύ καιρό τους ξέφευγε κανένα γκάρισμα ανάμεσα στις λέξεις και οι γονείς απορούσανε, μα ποτέ δεν κατάλαβαν γιατί (εννοείτε ότι προτρέπουμε τα παιδιά σε αυτό το σημείο να μιμηθούν το γάιδαρο).
Ο πόλεμος των οσπρίων
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν μια κατσαρόλα με φακές που σιγοβράζανε. Πιάσαν λοιπόν κουβέντα και λέγανε πως από όλα τα όσπρια αυτές σίγουρα είναι οι καλύτερες και πιο θρεπτικές. Κι όσο τα λέγανε αυτά φουσκώνανε από περηφάνεια και μαλακώνανε στην κατσαρόλα. Λιγάκι παρακεί βρισκόταν ένα βάζο με φασόλια που ακούγαν τη συζήτηση και φρίξανε. Πώς τολμάτε εσείς οι σκουρόχρωμες φακές να λέτε ότι είστε καλύτερες από εμάς τα φασόλια; Κοιτάξτε το χρώμα μας άσπρο-άσπρο και όμορφο που είναι! Εσείς μπορεί να έχετε περισσότερο σίδηρο και να περνιέστε για πιο θρεπτικές, αλλά εμείς έχουμε ποικιλία μεγάλη. Και με ένα σφύριγμα καλέσανε τους συγγενείς τους, τα μαυρομάτικα και τους γίγαντες. Περνούσαν από κει κοντά τα ρεβύθια και κιτρίνισαν ακόμα πιο πολύ από το θυμό τους. Ούτε άσπρο, ούτε μαύρο. Κίτρινο είναι το χρώμα το σωστό. Τι λες και εσύ φάβα, φωνάξαν λιγάκι δυνατά, για να ακούσει η φάβα που ήταν πολυκαιρισμένη σε ένα ξεχασμένο βάζο και βαριάκουγε. Κι άρχισαν τα όσπρια να τσακώνονται για το ποιο είναι το καλύτερο. Φωνές και κακό μεγάλο. Καβγάς με τα όλα του. Πάνω στον καβγά μαύρισε και το μάτι των μαυρομάτικων. Τότε ήρθε τρέχοντας η μαμά, τα μάζεψε, γιατί είχαν βγει από τα βάζα τους και τα οδήγησε στους δικαστές, τα παιδιά, να λύσουν τη διαφορά τους και να ανακαλύψουν το καλύτερο. Οι δικαστές όμως είπαν ότι αν δεν δοκιμάσουν όλα τα όσπρια, δεν μπορούν να βγάλουν απόφαση. Από τότε ορίστηκε κάθε εβδομάδα να τρώνε τα παιδάκια κι από ένα διαφορετικό όσπριο, για να μάθουν ποιο είναι το καλύτερο και να πάψουν έτσι να τσακώνονται τα δύστυχα όσπρια μεταξύ τους. Εσείς τι όσπριο φάγατε αυτή την εβδομάδα;

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου